- περιδινής
- -ές, Ακυκλικός («περιδινέα κύρτον», Ανθ. Παλ.).[ΕΤΥΜΟΛ. < περι-* + δίνης (< δίνη), πρβλ. ευ-δινής].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
περιδινεῖ — περιδῑνεῖ , περιδινέω pres ind mp 2nd sg (attic epic doric ionic) περιδῑνεῖ , περιδινέω pres ind act 3rd sg (attic epic doric ionic) περιδῑνεῖ , περιδινής circular masc/fem/neut nom/voc/acc dual (attic epic) περιδῑνεῖ , περιδινής circular… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περιδινέα — περιδῑνέα , περιδινής circular neut nom/voc/acc pl (epic ionic) περιδῑνέα , περιδινής circular masc/fem acc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
βραδυδινής — βραδυδινής, ές (Α) αυτός που περιστρέφεται αργά. [ΕΤΥΜΟΛ. < βραδύς + δίνης < δινώ ( έω) «περιστρέφω, συστρέφω, στροβιλίζω» (πρβλ. αιθεροδινής, αλιδινής, περιδινής κ.ά.)] … Dictionary of Greek
δίνη — η (AM δίνη) 1. περιστροφική κίνηση νερού ή ανέμου, στρόβιλος, ρούφουλας 2. βάσανα, κακοπάθεια, αναστάτωση («η δίνη τού πολέμου») νεοελλ. 1. η ανατάραξη τής θάλασσας που οφείλεται στη συνάντηση αντίθετων ρευμάτων ή στη λειτουργία έλικα πλοίου, το… … Dictionary of Greek
περιδίνιο — το, Ν (βοτ. ζωολ.) γένος δινομαστιγωτών πρωτοζώων, κατά τους ζωολόγους, ή πυρρόφυτων φυκών, κατά τους βοτονικούς, που απαντούν κυρίως στο θαλάσσιο πλαγκτόν. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., αγγλ. peridinium (< περιδινής + κατάλ. ium)] … Dictionary of Greek
περιδινέων — περιδῑνέων , περιδινέω pres part act masc nom sg (epic doric ionic aeolic) περιδῑνέων , περιδινής circular masc/fem/neut gen pl (epic doric ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περιδινῶν — περιδῑνῶν , περιδινέω pres part act masc nom sg (attic epic doric) περιδῑνῶν , περιδινής circular masc/fem/neut gen pl (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
peridinial — adjective see peridinian I * * * peridinial, a. Zool. (pɛrɪˈdɪnɪəl) [f. mod. Zool. L. Peridīnium, f. Gr. περιδῑνής whirled round, περιδῑνεῖν to whirl round.] Belonging or related to the genus Peridinium (wreath animalcules), or family Peridiniidæ … Useful english dictionary